Ο Σκύλακας5 (5ος–4ος αι. π.Χ.) στον κατάλογό του με τις πόλεις των Μαγνήτων την τοποθετεί έξω από τον Παγασητικό κόλπο, στη βόρεια περιοχή της αρχαίας Μαγνησίας και την αναφέρει πρώτη, πριν από τον Ριζούντα και τις Ευρυμενές. Ο Ιπποκράτης6 (460 π.Χ. - 377 π.Χ. στο έργο του «Περί Επιδημιών»7 αναφέρεται σε ένα νεαρό από τη Μελίβοια, ο οποίος έπασχε από αλκοολισμό και αφροδίσια νοσήματα. Ο ασθενής ανέβασε πυρετό, έπαθε αφυδάτωση και τελικά απεβίωσε μετά από εικοσιτέσσερις μέρες. Ο Θεόπομπος ο Χίος8 , ιστορικός και ρήτορας του 4ου αιώνα π.Χ. ονομάζει τη Μελίβοια πόλη της Θεσσαλίας, ενώ ο κάτοικος της ονομάζεται Μελιβοεύς. Ο Απολλώνιος ο Ρόδιος9 που έζησε τον 3ο αιώνα π.Χ. στα Αργοναυτικά του, αναφέροντας τις πόλεις που συνάντησαν οι Αργοναύτες πλέοντας κατά μήκος της ακτής της Όσσας προς τα Τέμπη, αναφέρει πρώτα την πόλη Μελίβοια και ύστερα το Ομόλιο και τις Ευρυμενές. Την ακτή της Μελίβοιας την αποκαλεί «δυσήνεμον» δηλαδή ακτή που πλήττεται από σφοδρούς ανέμους και άρα εγκυμονεί κινδύνους για τα παραπλέοντα ή τα ελλιμενιζόμενα πλοία. Την πληροφορία της καταστροφής του στόλου του Ξέρξη το 480 π.Χ. από κακοκαιρία ανοιχτά της Μελιβοίας την αναφέρει και ο Στράβων10 στα «Γεωγραφικά», προσθέτοντας ότι ο παράπλους του Πηλίου και της Όσσας είναι δύσκολος και επικίνδυνος. Ο Στράβων τοποθετεί τη Μελίβοια ανάμεσα στο Πήλιο και την Όσσα, όπου διαμορφώνεται κόλπος, με μήκος πάνω από 200 στάδια (36 περίπου χιλιόμετρα). Ο Ρωμαίος ιστορικός Τίτος Λίβιος (64 π.Χ.- 17 μ.Χ) στο έργο του «Ab urbe condita»11, εξιστορώντας τις εχθροπραξίες του Γ΄ Μακεδονικού πολέμου12, αναφέρει ότι το 169 π.Χ., ο Marcus Popilius με πέντε χιλιάδες στρατιώτες επιχείρησε να επιτεθεί στην πόλη της Μελίβοιας, η οποία σύμφωνα με τον Λίβιο βρισκόταν στους πρόποδες του όρους Όσσα, από την πλευρά της Θεσσαλίας13 και μάλιστα σε κομβικό σημείο που την καθιστούσε απειλή για την ίδια την ασφάλεια της Δημητριάδας. Η πόλη διέθετε τείχη τα οποία και προσπάθησαν να υπερασπισθούν με αποφασιστικότητα οι οπλισμένοι Μελιβοιείς δεχόμενοι την αιφνιδιαστική επίθεση των Ρωμαίων14. Ο βασιλιάς της Μακεδονίας Περσέας αντιδρώντας άμεσα και αποφασιστικά έστειλε γρήγορα στις περιοχές αυτές τον στρατηγό του Ευφράνορα με 2.000 στρατιώτες, αναγκάζοντας τους Ρωμαίους να εγκαταλείψουν την πολιορκία της πόλης φοβούμενοι ότι θα βρεθούν περικυκλωμένοι ανάμεσα σε δυο πυρά. Έτσι η Μελίβοια διασώθηκε προσωρινά από τις άγριες διαθέσεις των Ρωμαίων, ωστόσο τον αμέσως επόμενο χρόνο, όπως μας παραδίδει πάλι ο Λίβιος15, ο Ρωμαίος στρατηγός Cn. Octauio, αμέσως μετά τον θρίαμβο των Ρωμαίων στην Πύδνα (168 π.Χ.), κατέλαβε και λεηλάτησε την πόλη. Ο Τίτος Λουκρήτιος Κάρος16 (περίπου 98 - 53 π.Χ) αναφέρει την φημισμένη στην εποχή του «purpura Meliboea», μια πορφυρή βαφή υφασμάτων17 που παρήγαγε προφανώς η πόλη της Μελίβοιας στη Μαγνησία. Ο Λουκανός18 τον 1ο αιώνα μ.Χ. στο έπος «Φαρσάλια», εμπνευσμένο από τον εμφύλιο πόλεμο του Ιουλίου Καίσαρα και του Πομπήιου, αναφέρει τη Μελίβοια ως χώρα του Φιλοκτήτη που κατείχε την ισχυρή φαρέτρα του Ηρακλή. Ο Πομπόνιος Μέλας19 που έζησε τον 1ο αιώνα μ.Χ. και θεωρείται ο παλαιότερος Ρωμαίος γεωγράφος αναφέρεται στη Μελίβοια και στην Κασθαναία παραπέμποντας στο βασίλειο του Φιλοκτήτη, χωρίς ωστόσο να αναφέρει το Ομόλιο ή κάποια άλλη πόλη της αρχαίας βόρειας Μαγνησίας. Ο Πλούταρχος20, που έζησε τον 1ο με 2ο αιώνα μ.Χ., στο βίο του Πελοπίδα, διηγείται ότι το 367 ή το 366 π.Χ. ο θηριώδης τύραννος των Φερών Αλέξανδρος, περικύκλωσε τις «ένσπονδες» (= σύμμαχες) πόλεις Μελίβοια και Σκοτούσσα και κατάσφαξε όλους τους πολίτες, που ήταν συγκεντρωμένοι στην Εκκλησία του Δήμου ακόμη και τους εφήβους. Το γεγονός αυτό από τη μια πλευρά φανερώνει τον ακραία βίαιο χαρακτήρα του Αλέξανδρου των Φερών, αλλά από την άλλη υποδηλώνει ότι η Μελίβοια μαζί με την Σκοτούσσα, το δεδομένο χρονικό διάστημα θα πρέπει να εναντιώθηκαν ή να μην εξυπηρετούσαν τα σχέδια του ισχυρού τυράννου των Φερών.
Ο Flavius Philostratus21 που έζησε τον 2ο με 3ο αιώνα μ.Χ., αναφέρει ότι ο Φιλοκτήτης, ο βασιλιάς-στρατηγός της Μελίβοιας, που τον δάγκωσε ένα φίδι, δεν ακολούθησε τους υπόλοιπους Έλληνες στην Τροία, αλλά παρέμεινε στην Λήμνο για να θεραπευτεί. Ωστόσο ο Φιλοκτήτης σύμφωνα με τον Φιλόστρατο δεν έμεινε μόνος του22. Μαζί του παρέμειναν πολλοί κάτοικοι της Μελίβοιας των οποίων ήταν στρατηγός και οι Αχαιοί έκλαψαν όταν αυτός ο γενναίος και εξαίρετος άνδρας αναγκάστηκε να τους αφήσει. Τελικά ο Φιλοκτήτης γιατρεύτηκε από το ίδιο το χώμα της Λήμνου, όπου σύμφωνα με τον μύθο είχε πέσει ο θεός Ήφαιστος και από τότε είχε αποκτήσει θεραπευτικές ιδιότητες. Το διάστημα που οι Αχαιοί ήταν στην Τροία, ο Φιλοκτήτης με την βοήθεια του Ευνέου, γιου του Ιάσονα, κυρίευσε τα μικρά νησιά διώχνοντας τους Κάρες που τα είχαν στην κατοχή τους. Ως αμοιβή για την βοήθεια του αυτή, πήρε ένα τμήμα της Λήμνου που το ονόμασε «Άκεσσα» δηλώνοντας με αυτό τον τρόπο ότι στην περιοχή αυτή της Λήμνου θεραπεύτηκε. Από τη παραπάνω διήγηση του Φιλόστρατου θα μπορούσαμε, παρακινδυνευμένα ίσως, να υποθέσουμε ότι παράλληλα με την Τρωική εκστρατεία, πραγματοποιήθηκαν και κάποιες άλλες στρατιωτικές επιχειρήσεις στα νησιά του Βόρειου Αιγαίου από τους κατοίκους των ανατολικών παραλίων της Θεσσαλίας. Ο Στέφανος Βυζάντιος23 τον 6 ο αιώνα μ.Χ. την εντάσσει στη Θεσσαλία αναφέροντας ως εθνικά ονόματα το Μελιβοεύς για τον άντρα κάτοικο της Μελίβοιας και το Μελιβοιάς αντίστοιχα για τη γυναίκα. Ο Ευστάθιος Θεσσαλονίκης (περ. 1115 – 1195 μ.Χ.)24 αναφέρει ότι η πόλη Μελίβοια ήταν στραμμένη στο Αιγαίο, το εθνικό όνομα του κατοίκου της Μελίβοιας ήταν Μελιβοεύς25 και ότι οφείλει την ύπαρξη της και το όνομα της στον Μάγνητα, ο οποίος, αφού την έκτισε, έδωσε στην πόλη το όνομα Μελίβοια προκειμένου να τιμήσει την σύζυγο του που έφερε το όνομα αυτό26. Από τον Μάγνητα27 πήρε το όνομα της και όλη η περιοχή της Μαγνησίας.
Βασίλης Καραχρήστος
Msc Αρχαιολόγος - Ιστορικός
Α.Ι.Θ.Σ.