Main menu
Φάρσαλα. Η σημερινή πόλη στη θέση της αρχαίας Φαρσάλου.
Φάρσαλος-
Τείχος ακρόπολης Φαρσάλου.
Στη βόρεια πλαγιά και τις υπώρειες του υψώματος «Προφήτης-
Αμέσως μετά τα Μηδικά, 479 π.Χ., η πόλη άρχισε να κόβει δικά της νομίσματα, τα οποία στον εμπροσθότυπό τους έχουν κεφαλή Αθηνάς με αττικό ή και κορινθιακό κράνος, που τεχνοτροπικά ομοιάζει με αυτήν των αθηναϊκών κοπών. Πέρα του γεγονότος των καλών σχέσεων Φαρσάλου-
Η επιλογή της πόλης να σταθεί στο πλευρό του Φιλίππου Β΄ της έδωσε τη δυνατότητα μεγάλης ακμής στα χρόνια της μακεδονικής κυριαρχίας στο θεσσαλικό χώρο, από τα μέσα του 4ου αι.π.Χ. και μετά. Τότε θα πρέπει να χρονολογηθεί και το τείχος της αρχαίας πόλης στη μορφή που μας σώζεται, αν και κάποια τμήματά του σαφώς ανήκουν σε παλαιότερες φάσεις οχύρωσης ή και μεταγενέστερες επιδιορθώσεις ή προσθήκες. Το τείχος είναι δομημένο από ντόπιο γκριζόλευκο ασβεστόλιθο, σύμφωνα με το ισόδομο σύστημα τοιχοδομίας κατά κύριο λόγο. Η ακρόπολη, μήκους έως 500μ. και μέγιστου πλάτους 60μ., καταλαμβάνει την κορυφή του βραχώδους υψώματος «Προφήτης-
Το σύνολο των σωστικών ανασκαφών που έχουν πραγματοποιηθεί έως τώρα διαφωτίζουν πλέον αρκετά την πόλη των ελληνιστικών χρόνων. Έχουν αποκαλυφθεί κυρίως τμήματα οικιών, χαλικόστρωτων δρόμων, πηγάδια, αποχετευτικοί αγωγοί, λείψανα κτισμάτων δημοσίας χρήσεως, όπως στοών, αποθηκών και καταστημάτων καθώς και τάφοι. Δεν έχουν εντοπισθεί ακόμη τα δημόσια οικοδομήματα, το θέατρο ή οι χώροι άθλησης, αν και για τα τελευταία υπάρχουν κάποιες ενδείξεις. Εντούτοις, φαίνεται ότι η πολιτική και εμπορική δραστηριότητα ήταν συγκεντρωμένη στον χώρο που αντιστοιχεί στο κέντρο περίπου της σύγχρονης πόλης, ενώ πολλές ιδιωτικές κατοικίες εκτείνονταν μέχρι τη σημερινή συνοικία του Αγίου Νικολάου («Βαρούσι» κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας). Επίσης, παρά τις επιγραφικές μαρτυρίες και τα άλλα κινητά ευρήματα, κυρίως πήλινα ειδώλια, δεν έχουν ανασκαφθεί ακόμα λείψανα των ιερών της πόλης, με εξαίρεση δύο αποθέτες που πρέπει να ανήκαν σε ιερό Δήμητρας όπως και ένα μικρό δημόσιο ιερό, έναν «οίκο», αφιερωμένο στη λατρεία γυναικείων θεοτήτων. Σε αυτά θα πρέπει να προσθέσουμε και τους ιδιωτικούς χώρους λατρείας που εντοπίζονται στις ανασκαμμένες οικίες. Σε δύο διαχρονικά σημεία πίστης, την κορυφή του υψώματος της Αγίας Παρασκευής και στο λόφο του Αγίου Νικολάου τοποθετούνται αντίστοιχα ο ναός του Θαυλίου Διός και ο ναός του Ασκληπιού. Πιστοποιείται ακόμη λατρεία της Άρτεμης, της Αφροδίτης, της Εννοδίας, του Ερμή, της Αθηνάς, της Κυβέλης και του γιού της Άττι, κ.ά. Αξιοσημείωτη επίσης, η εύρεση κυβολίθων που φέρουν συνήθως μία ή τρεις μαστοειδείς αποφύσεις αφιερώματα σε κάποια άγνωστη προς το παρόν θεότητα. Παρόμοια ευρήματα προέρχονται και από δύο ακόμη όμορες αρχαίες πόλεις, την Ερέτρια και το Πεύμα (σημ. Καλλιθέα). Τέλος στα δυτικά της Φαρσάλου και σε μικρή απόσταση από αυτή, στη θέση «Αλογοπάτι» υπάρχει σπηλαιώδης ρωγμή στην οποία, σύμφωνα με τις επιγραφές που έχουν χαραχτεί εκατέρωθεν της εισόδου της, λατρεύονταν ο Πάνας, ο Χείρωνας και οι Νύμφες.
Το 48 π.Χ. στην πεδιάδα που απλώνεται μπροστά στην πόλη θα διεξαχθεί μία από τις σημαντικότερες μάχες των εμφύλιων συρράξεων ανάμεσα στους ρωμαίους στρατηγούς για τη διακυβέρνηση του κράτους. Πρόκειται για τη γνωστή μάχη ανάμεσα στον Πομπήιο και τον Καίσαρα, που κατέληξε σε νίκη του δευτέρου. Το γεγονός αυτό αποτελεί και τη τελευταία γραπτή αναφορά στη Φάρσαλο, η οποία στα ρωμαϊκά χρόνια θα ακολουθήσει την μοίρα των άλλων ελληνικών πόλεων για να συρρικνωθεί τέλος στη βυζαντινή εποχή στο ψηλότερο τμήμα της βόρειας πλαγιάς του υψώματος Προφήτης Ηλίας, αμέσως κάτω από την ακρόπολη, καταλαμβάνοντας το 1/6 περίπου της αρχικής της έκτασης. Παρόλα αυτά φαίνεται ότι και τα χρόνια αυτά δεν ήταν καθόλου άσημη. Η πόλη συμπεριλήφθηκε στο πρόγραμμα του Ιουστινιανού και επανοχυρώθηκε τον 6ο αι.μ.Χ., όπως μαρτυρεί και ο Προκόπιος στο έργο του «Περί Κτισμάτων». Οι αναφορές στην πόλη πυκνώνουν από τα τέλη του 10ου αι. στις εκκλησιαστικές πηγές και σε σχέση με τη διεξαγωγή πολεμικών γεγονότων. Το 1382 αποτελεί από κοινού πλέον μητρόπολη με το Φανάρι Καρδίτσας, το 1204 καταλαμβάνεται από το Βονιφάτιο Μομφερατικό, το 1348 και για σαράντα πέντε χρόνια βρίσκεται υπό την εξουσία των Σέρβων ώσπου το 1393, όπως και ολόκληρη η Θεσσαλία, υποτάσσεται στους Τούρκους, οι οποίοι θα κατοικήσουν εκ νέου στην έκταση της αρχαίας πόλης.
Σήμερα, τα περισσότερα από τα ανασκαμμένα λείψανα της Φαρσάλου έχουν καταχωθεί και ορατά σε απαλλοτριωμένα οικόπεδα μέσα στον ιστό της σύγχρονης πόλης διατηρούνται μόνο τμήματα του τείχους και ταφικά μνημεία.
Φώτης Ντάσιος
Αρχαιολόγος Α.Ι.Θ.Σ.
ΑΚΡΟΠΟΛΗ ΦΑΡΣΑΛΩΝ
ΑΚΡΟΠΟΛΗ ΦΑΡΣΑΛΩΝ
Φάρσαλος. Θολωτός τάφος υστεροαρχαϊκών χρόνων.