Πύρασος - Arcgaeological Atlas of Thessaly

Search
Go to content

Main menu

Πύρασος

Ν. ΜΑΓΝΗΣΙΑΣ > 6.500 π.Χ. - 330 μ.Χ. > Π - Ω > Πύρασος

Νέα Αγχίαλος. Γενικό τοπογραφικό των ερειπίων της αρχαίας πόλης.

Νέα Αγχίαλος. Ερείπια αρχαίων κτιρίων στη θέση «Λαχανόκηπος».

Νέα Αγχίαλος. Βασιλική Αρχιερέως Πέτρου. Ψηφιδωτό δάπεδο. (Ντίνα 1994)

Η θέση της αρχαίας πόλης Πύρασος εντοπίζεται στη Νοτιοδυτική πλευρά του Παγασητικού κόλπου, στο λόφο ανατολικά της σημερινής κοινότητας Νέας Αγχιάλου.
Η Πύρασος αναφέρεται από τον Ομηρικό Κατάλογο των Νηών ότι πήρε μέρος στον Τρωϊκό πόλεμο 1. Υπήρξε, μετά τον 4ο αι. π.Χ., επίνειο και λιμάνι με έντονη εμπορική κίνηση των Φθιωτίδων Θηβών, στις οποίες συνοικίστηκε στα μέσα του 4ου αι. π.Χ. 2.
Στη ακρόπολη της Πυράσου εντοπίστηκαν λείψανα Νεολιθικής, Υστεροελλαδικής, Πρωτογεωμετρικής, Γεωμετρικής και Κλασικής κατοίκησης . Στην Πύρασο, σύμφωνα με τις αρχαίες πηγές, υπήρχε ιερό της Δήμητρος και της Κόρης (Δημήτριον) 3,
που ίσως βρίσκεται στη θέση όπου αργότερα χτίστηκε η παλαιοχριστιανική βασιλική του αρχιερέως Πέτρου. Το αριστερό χέρι ενός χάλκινου αγάλματος του 3ου αι. π.Χ., μεγέθους λίγο μεγαλύτερου του φυσικού που βρέθηκε το 1965 στο λόφο της Πυράσου, ίσως ανήκει σε λατρευτικό άγαλμα της θεάς Δήμητρας 4. Το λιμάνι της Πυράσου παρήκμασε μετά το 217π.Χ., όπως επίσης και στα ύστερα ελληνιστικά χρόνια (1ος αι. π.Χ.), ενώ από το 2ο αι. μ.Χ. παίρνει το όνομα Θήβαι 5-όπως και η πόλη που βρίσκεται πάνω στο λόφο Κάστρο- και εμφανίζει μια ανάκαμψη. Στην περιοχή της Πυράσου έχουν βρεθεί πολλοί αρχαίοι τάφοι, κυρίως ρωμαϊκοί και παλαιοχριστιανικοί 6, αλλά και ένας πρωτογεωμετρικός.
Κατά την παλαιοχριστιανική περίοδο (4ος αι. μ.Χ.) και μέχρι τον 6ο αι. μ.Χ., η παραθαλάσσια πόλη των «Φθιώτιδων Θηβών», η οποία εκτεινόταν στην παραθαλάσσια πεδιάδα στη θέση της αρχαίας Πυράσου, ήταν το μεγαλύτερο λιμάνι της Θεσσαλίας –σήμερα είναι ακόμη ορατά κάποια αγκυροβόλια και πιθανόν τμήμα φρυκτωρίας ή φάρου- ενώ επίσης γνωρίζει ιδιαίτερη πολιτιστική άνθηση
7. Βρέθηκαν ερείπια τείχους που περικλείει την πόλη, ερείπια δημοσίων (Παλαίστρα, Γυμνάσια, Υπόκαυστα, Κοιμητήριο με οικογενειακούς και μεμονωμένους τάφους, επισκοπικό μέγαρο) και ιδιωτικών κτιρίων (ιδιωτική έπαυλη, κλπ), καθώς και εννέα μεγάλων Βασιλικών με εκτεταμένα μαρμάρινα και ψηφιδωτά δάπεδα και λεπτοδουλεμένο γλυπτό διάκοσμο. Η τρίκλιτη Βασιλική, με νάρθηκα, αίθριο, προσκτίσματα και πλουσιότατο αρχιτεκτονικό διάκοσμο, που ήταν αφιερωμένη στον Αγ. Δημήτριο, αποτελούσε τον επισκοπικό ναό (β΄μισό 5ου ή αρχές 6ου αι. π.Χ.). Η Βασιλική του Επισκόπου Ελπιδίου, επίσης τρίκλιτη Βασιλική, με νάρθηκα, αίθριο, προσκτίσματα χρονολογείται στο τέλος 5ου ή στις αρχές του 6ου αι. μ.Χ. Η Βασιλική του Αρχιερέως Πέτρου, το μεγαλύτερο και πλουσιότερο από όλα τα μνημεία που έχουν αποκαλυφθεί μέχρι σήμερα στη Νέα Αγχίαλο, αποτελούσε μέρος μεγάλου εκκλησιαστικού συγκροτήματος που περιλαμβάνει 3 επάλληλες βασιλικές (τέλη 4ου ή πρώϊμος 5ος αι. η αρχαιότερη φάση της). Διατηρούνται τμήματα του ψηφιδωτού της δαπέδου (6ος αι.). Εκτός των τειχών σώζεται η Κοιμητηριακή Βασιλική (β΄μισό 5ου ή 6ος αι.), τρίκλιτη Βασιλική, με νάρθηκα, αίθριο, προσκτίσματα, με πλούσιο ψηφιδωτό γεωμετρικό και ζωϊκό διάκοσμο. Επίσης εκτεταμένο ψηφιδωτό δάπεδο σώζεται στη Βασιλική του Μαρτυρίου (431), τρίκλιτη βασιλική με νάρθηκα χτισμένη πάνω στα ερείπια αρχαιότερου κτηρίου πιθανόν του 4ου αι. μ.Χ., ενώ σε κοντινή απόσταση αποκαλύφθηκε σύγχρονο συγκρότημα κτιρίων με πλούσια ευρήματα (140 χάλκινα νομίσματα, κεραμική, κλπ), που προφανώς ανήκει στις λιμενικές εγκαταστάσεις της εποχής, καθώς και ρωμαϊκό λουτρό με υπόκαυστα, το οποίο επισκευάστηκε και συντηρήθηκε στα παλαιοχριστιανικά χρόνια αποδεικνύοντας τη διαχρονική κατοίκηση του χώρου κατά την ύστερη αρχαιότητα.  Επίσης βρέθηκε μεγάλο τμήμα ενός παλαιοχριστιανικού νεκροταφείου με πλούσια κτερίσματα. Ερείπια παλαιοχριστιανικού κτιρίου μεγάλων διαστάσεων στην περιοχή του αεροδρομίου 8.
Νεότερα ευρήματα στο παραλιακό μέτωπο της Νέας Αγχιάλου δείχνουν ότι η πόλη εκτείνονταν και έξω από τα όρια του Παλαιοχριστιανικού τείχους, σε χρόνους μεταγενέστερους του Ιουστινιανού, και μαρτυρούν ότι συνέχισε τη ζωή της τουλάχιστον έως τον 9ο αι. μ.Χ., εποχή κατά την οποία εμφανίζεται στις πηγές η Επισκοπή Αλμυρού. Το 1906 ιδρύθηκε η κωμόπολη της Νέας Αγχιάλου από Έλληνες πρόσφυγες από τη Νέα Αγχίαλο της Ανατολικής Ρωμυλίας.

Βασιλική Αδρύμη-Σισμάνη,
Δρ. Αρχαιολόγος
Επίτιμη Διευθύντρια ΥΠ.ΠΟ.Τ.


Back to content | Back to main menu